Середа στα ελληνικά

Μετάφραση: середа, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιβάλλον, περίχωρα, Τετάρτη, Τετάρτης, της Τετάρτης, την Τετάρτη
Середа στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відчинити στα ελληνικά - ανοιχτός, ανοίγω, εγκαινιάζω, ανοικτός, ανοιχτό, ανοικτή, ανοικτό
  • дослідник στα ελληνικά - ανιχνευτής, εξερευνητής, ερευνητής, ερευνητή, ερευνητών, ερευνήτρια, των ερευνητών
  • заляпаний στα ελληνικά - τσαπατσούλης, splodgy
  • малиновий στα ελληνικά - βυσσινί, Crimson, κατακόκκινο, Πορφυρού, πορφυρά
Τυχαίες λέξεις
Середа στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιβάλλον, περίχωρα, Τετάρτη, Τετάρτης, της Τετάρτης, την Τετάρτη