Μασώ στα αγγλικά

Μετάφραση: μασώ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chew, masticate, champ
Μασώ στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: μασώ

chew
  • μασώ
  • συλλογίζομαι
  • στοχάζομαι
champ
  • δαγκάνω
  • ανυπομονώ
  • μασώ
masticate
  • μασώ

Σχετικές λέξεις: μασώ

μασώ λεξικό γλώσσας αγγλικά, μασώ στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • μαστιγώνω στα αγγλικά - flog, whip, flagellate, castigate, swish
  • μαστροπός στα αγγλικά - pimp, whoremonger, procuress, procurer, whoremaster
  • ματαιοδοξία στα αγγλικά - vanity, vainglory
  • ματαιόδοξος στα αγγλικά - vain, conceited, vainglorious
Τυχαίες λέξεις
Μασώ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: chew, masticate, champ