Склянка στα ελληνικά

Μετάφραση: склянка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τζάμι, ποτήρι, γυαλί, κουδούνι, γυαλιού, γυάλινο, γυάλινη
Склянка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • газом στα ελληνικά - πληθωριστικός, αέριο, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, φυσικό αέριο
  • гумка στα ελληνικά - κορδέλα, μαστίχα, γόμα, γόμας, γομολάστιχα, γόμα για, σβηστήρα
  • квакання στα ελληνικά - κοάζω, γκρινιάζω, croak, κράζω, αποθνήσκω, κρωγμός
  • кровоточити στα ελληνικά - ματώνω, αιμορραγώ, αιμορραγούν, αιμορραγεί, ματώνουν, αιμορραγήσουν
Τυχαίες λέξεις
Склянка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τζάμι, ποτήρι, γυαλί, κουδούνι, γυαλιού, γυάλινο, γυάλινη