Скорий στα ελληνικά

Μετάφραση: скорий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γοργός, γρήγορος, γρήγορα, γρήγορη, γρήγορο, γρήγορες
Скорий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • виявлятись στα ελληνικά - συμβαίνω, διαδραματίζω, ανιχνεύεται, ανιχνεύθηκε, ανιχνεύονται, ανιχνευθεί, εντοπιστεί
  • дюна στα ελληνικά - αμμόλοφος, θινών, αμμοθινών, αμμόλοφων, αμμολόφων
  • користуватися στα ελληνικά - χρήση, χρήσης, τη χρήση, χρησιμοποίηση, η χρήση
  • кусень στα ελληνικά - φέτα, κομμάτι, φέτας, slice, φετών
Τυχαίες λέξεις
Скорий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γοργός, γρήγορος, γρήγορα, γρήγορη, γρήγορο, γρήγορες