Скребти στα ελληνικά
Μετάφραση: скребти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαμόδεντρα, θάμνοι, τρίβω, ξύνω, ρουμάνι, ξύστε, ξύσιμο, ξύνουν, scrape
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- виповнений στα ελληνικά - αντίγραφο, αντίτυπο, Ολοκληρώθηκε, Ολοκληρωμένες, Ολοκληρωμένα, Ολοκληρωμένο, Ολοκληρώθηκε ή
- заперечливий στα ελληνικά - αμφιλεγόμενος, ερειστικός, συζητήσιμος, αρνητικός, αρνητική, αρνητικές, αρνητικό, ...
- збитий στα ελληνικά - ξυλοδαρμό, ξυλοκοπήθηκε, χτυπημένο, χτυπημένα, ηττηθεί
- лісоруби στα ελληνικά - καταγραφείς, υλοτόμοι, καταγραφικά, υλοτόμους, loggers
Τυχαίες λέξεις
Скребти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαμόδεντρα, θάμνοι, τρίβω, ξύνω, ρουμάνι, ξύστε, ξύσιμο, ξύνουν, scrape
Μεταφράσεις: χαμόδεντρα, θάμνοι, τρίβω, ξύνω, ρουμάνι, ξύστε, ξύσιμο, ξύνουν, scrape