Сливовий στα ελληνικά

Μετάφραση: сливовий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροφαντός, παχουλός, φτέρωμα, δαμάσκηνο, δαμάσκηνου, δαμάσκηνων, δαμάσκηνα, δαμασκήνων
Сливовий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • грудка στα ελληνικά - πήζω, βώλος, μάζα, εφάπαξ
  • дбайливість στα ελληνικά - φροντίδα, περίθαλψη, φροντίδας, περίθαλψης, προσοχή
  • дражнити στα ελληνικά - ξεμπλέκω, πειράζω, κασμάς, μαζεύω, συλλέγω, πειράζουν, πειράζει, ...
  • дрібничка στα ελληνικά - πιτσιρίκος, κατσικάκι, παιδί, μπιχλιμπίδι, στολίδι, μπιχλιμπιδιών
Τυχαίες λέξεις
Сливовий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροφαντός, παχουλός, φτέρωμα, δαμάσκηνο, δαμάσκηνου, δαμάσκηνων, δαμάσκηνα, δαμασκήνων