Смішною στα ελληνικά
Μετάφραση: смішною, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίεργος, κωμικός, αστείος, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες
Μεταφράσεις
- густої στα ελληνικά - θολός, παχύ, πάχους, παχιά, πάχος, χοντρό
- життєзабезпечення στα ελληνικά - υποστήριξης της ζωής, την υποστήριξη της ζωής, υποστήριξη της ζωής, υποστήριξης ζωής, στήριξη της ζωής
- жорстокість στα ελληνικά - κτηνωδία, αυστηρότητα, τυραννία, απανθρωπιά, σκληρότητα, σκληρότητας, τη σκληρότητα, ...
- металічний στα ελληνικά - σοφία, σύνεση, σωφροσύνη, μεταλλικός, μεταλλικό, μεταλλικά, μεταλλικών, ...
Τυχαίες λέξεις
Смішною στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίεργος, κωμικός, αστείος, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες
Μεταφράσεις: περίεργος, κωμικός, αστείος, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες