Спрямування στα ελληνικά
Μετάφραση: спрямування, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεντώνομαι, τεζάρω, εκτείνομαι, τεντώνω, κατεύθυνση, διεύθυνση, την κατεύθυνση, κατεύθυνσης, φορά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- висоти στα ελληνικά - υψόμετρο, ύψος, υψομέτρου, ύψους, το υψόμετρο
- дуплет στα ελληνικά - ζεύγος, διπλή, doublet
- запальний στα ελληνικά - εσπευσμένος, κίνητρο, βιαστικός, φλεγμονώδη, φλεγμονώδεις, φλεγμονωδών, φλεγμονώδους, ...
- захисник στα ελληνικά - φρουρώ, πρωταθλητής, υπερασπιστής, φυλάω, φρουρά, φύλακας, προστάτης, ...
Τυχαίες λέξεις
Спрямування στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεντώνομαι, τεζάρω, εκτείνομαι, τεντώνω, κατεύθυνση, διεύθυνση, την κατεύθυνση, κατεύθυνσης, φορά
Μεταφράσεις: τεντώνομαι, τεζάρω, εκτείνομαι, τεντώνω, κατεύθυνση, διεύθυνση, την κατεύθυνση, κατεύθυνσης, φορά