Станцювати στα ελληνικά
Μετάφραση: станцювати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορεύω, χορός, χορού, χορό, το χορό, του χορού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вигідно στα ελληνικά - επικερδώς, κερδοφόρα, επωφελώς, αποδοτικά, επικερδή
- восьмий στα ελληνικά - όγδοος, όγδοο, όγδοη, όγδοου, όγδοης
- дірявити στα ελληνικά - ιππεύω, βόλτα, ατραξιόν, diryavyty
- закінченість στα ελληνικά - τελειοποίηση, πληρότητα, πληρότητας, την πληρότητα, η πληρότητα, της πληρότητας
Τυχαίες λέξεις
Станцювати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορεύω, χορός, χορού, χορό, το χορό, του χορού
Μεταφράσεις: χορεύω, χορός, χορού, χορό, το χορό, του χορού