Ствердний στα ελληνικά
Μετάφραση: ствердний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θετικός, κατηγορηματικός, καταφατικός, καταφατική, καταφατικά, καταφατικής, θετική, καταφατική απάντηση
Μεταφράσεις
- безглуздість στα ελληνικά - γελοιότητα, παραλογισμός, παραλογισμό, παράλογο, παραλογισμού, τον παραλογισμό
- відмінний στα ελληνικά - σούπερ, άλλος, εξαίσιος, άριστος, διαφορετικός, διαφορετικές, διαφορετικά, ...
- кліпати στα ελληνικά - αναβοσβήνω, αναβοσβήνει, αναβοσβήνουν, αναβοσβήσει, να αναβοσβήνει, αρχίσει να αναβοσβήνει
- лепта στα ελληνικά - οβολός, άκαρι, ακάρεων, ακάρεως, των ακάρεων
Τυχαίες λέξεις
Ствердний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θετικός, κατηγορηματικός, καταφατικός, καταφατική, καταφατικά, καταφατικής, θετική, καταφατική απάντηση
Μεταφράσεις: θετικός, κατηγορηματικός, καταφατικός, καταφατική, καταφατικά, καταφατικής, θετική, καταφατική απάντηση