Стискання στα ελληνικά
Μετάφραση: стискання, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφίγγω, στριμώχνω, στύβω, ζουλώ, συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση
Μεταφράσεις
- благодійність στα ελληνικά - ψυχικό, φιλανθρωπία, φιλανθρωπίας, φιλανθρωπικό, φιλανθρωπική, φιλανθρωπική οργάνωση
- викупати στα ελληνικά - εξιλεώνομαι, λούζω, περιλούω, λούομαι, λούω, το μπάνιο
- втриматися στα ελληνικά - διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, μείνει
- затвердити στα ελληνικά - βεβαιώνω, διαβεβαιώνω, επικυρώνω, εγκρίνω, εγκρίνει, εγκρίνουν, έγκριση, ...
Τυχαίες λέξεις
Стискання στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφίγγω, στριμώχνω, στύβω, ζουλώ, συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση
Μεταφράσεις: σφίγγω, στριμώχνω, στύβω, ζουλώ, συμπίεση, συμπίεσης, συμπιέσεως, με συμπίεση, τη συμπίεση