Суду στα ελληνικά
Μετάφραση: суду, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ναυτιλία, καμβάς, δικαστήριο, γήπεδο, Δικαστηρίου, δικαστικών, δικαστική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акумулятор στα ελληνικά - μπαταρία, συστοιχία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, συσσωρευτή
- виховувати στα ελληνικά - θηλάζω, εκπαιδεύω, σχολείο, μορφώνω, τρένο, τραίνο, αμαξοστοιχία, ...
- зосередити στα ελληνικά - συγκεντρώνομαι, συμπυκνώνω, συγκεντρώνω, επικεντρωθεί, επικεντρώνονται, επικεντρωθούν, να επικεντρωθεί, ...
- кмітливий στα ελληνικά - πανέξυπνος, έξυπνος, τετραπέρατος, καπάτσος, ανήσυχος, έξυπνο, έξυπνη, ...
Τυχαίες λέξεις
Суду στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ναυτιλία, καμβάς, δικαστήριο, γήπεδο, Δικαστηρίου, δικαστικών, δικαστική
Μεταφράσεις: ναυτιλία, καμβάς, δικαστήριο, γήπεδο, Δικαστηρίου, δικαστικών, δικαστική