Схилений στα ελληνικά
Μετάφραση: схилений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προκατειλημμένος, nutant
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авторка στα ελληνικά - δημιουργός, συγγραφέας, συγγραφέα, Συντάκτης, συντάκτη, δημιουργού
- адміралтейство στα ελληνικά - ναυαρχείο, Admiralty, Ναυαρχείου, ένα ναυαρχείο, ναυαρχία
- брусок στα ελληνικά - πέτρα, λιθοβολώ, πετροβολώ, μπαρ, bar, γραμμή, ράβδο, ...
- кататися στα ελληνικά - αναβάτης, βόλτα, με το, διαδρομή, βόλτα με, απόσταση
Τυχαίες λέξεις
Схилений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προκατειλημμένος, nutant
Μεταφράσεις: προκατειλημμένος, nutant