Тампон στα ελληνικά

Μετάφραση: тампон, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σατανικός, κακός, ταμπόν, του ταμπόν, των ταμπόν, ταμπόν που
Тампон στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ампутація στα ελληνικά - αποκοπή, ακρωτηριασμός, ακρωτηριασμό, ακρωτηριασμού, ο ακρωτηριασμός, τον ακρωτηριασμό
  • арбалет στα ελληνικά - βαλλίστρα, arbalist
  • досягти στα ελληνικά - επιτυγχάνω, κατορθώνω, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει
  • кат στα ελληνικά - δήμιος, γάτα, γάτας, cat, γάτες, της γάτας
Τυχαίες λέξεις
Тампон στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σατανικός, κακός, ταμπόν, του ταμπόν, των ταμπόν, ταμπόν που