Теперішній στα ελληνικά
Μετάφραση: теперішній, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τίμιος, έντιμος, παρόν, παρών, παρούσα, παρούσας, παρούσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- багатства στα ελληνικά - πλούσιος, ευκατάστατος, εύπορος, πλούσια, πλούτος, πλούτου, πλούτο, ...
- засідка στα ελληνικά - ενέδρα, καρτέρι, ενέδρας, ενέδρες
- кабалістика στα ελληνικά - Καμπάλα, Καμπαλά, Kabbalah, της Καβάλα, της Καμπάλα
- кальсони στα ελληνικά - παντελόνι, σώβρακο, σλιπ, σώβρακα, εσωρούχου, εσώρουχα
Τυχαίες λέξεις
Теперішній στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τίμιος, έντιμος, παρόν, παρών, παρούσα, παρούσας, παρούσης
Μεταφράσεις: τίμιος, έντιμος, παρόν, παρών, παρούσα, παρούσας, παρούσης