Термічний στα ελληνικά
Μετάφραση: термічний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- булькати στα ελληνικά - υποθάλπω, σιγοβράζω, γουργούρισμα, κελάρυσμα, γουργουρητό, κελαρύζει, κελαρύζω
- вісімка στα ελληνικά - οκτάβα, οκτάβας, της οκτάβας, οκτάβες
- займенниковий στα ελληνικά - αντωνυμικός, pronominal
- комуна στα ελληνικά - κοινόβιο, κοινότητα, κοινότητας, δήμου, δήμο, κομμούνα
Τυχαίες λέξεις
Термічний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές
Μεταφράσεις: θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές