Трель στα ελληνικά

Μετάφραση: трель, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πια, τρίλια, πλέον, τερετίζω, τρεμούλιασμα, λαρυγγισμός, στάζω, trill
Трель στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арсенал στα ελληνικά - οπλοστάσιο, Άρσεναλ, οπλοστάσιό, οπλοστασίου, το οπλοστάσιο
  • відхилятися στα ελληνικά - αποκλίνουν, αποκλίνει, παρεκκλίνουν, παρεκκλίνει, να αποκλίνει
  • креатура στα ελληνικά - τραμπούκος, πλάσμα, πλάσματος, δημιούργημα, το πλάσμα, ον
  • лишень στα ελληνικά - απλώς, μόνο, απλά, μόνον, περιορίζεται
Τυχαίες λέξεις
Трель στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πια, τρίλια, πλέον, τερετίζω, τρεμούλιασμα, λαρυγγισμός, στάζω, trill