Тільце στα ελληνικά
Μετάφραση: тільце, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωμάτιο, κύτταρο, μόριο, αιμοσφαίριο, αιμοσφαιρίων, corpuscle
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гальванізуйте στα ελληνικά - halvanizuyte
- двозначність στα ελληνικά - ασάφεια, αμφισημία, ασάφειας, αμφιβολία, αμφισημίας
- декан στα ελληνικά - κοσμήτορας, πρύτανης, Dean, κοσμήτορα, πρύτανη
- змістовність στα ελληνικά - έγκυος, σθένος, παρά την ισχύ
Τυχαίες λέξεις
Тільце στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωμάτιο, κύτταρο, μόριο, αιμοσφαίριο, αιμοσφαιρίων, corpuscle
Μεταφράσεις: σωμάτιο, κύτταρο, μόριο, αιμοσφαίριο, αιμοσφαιρίων, corpuscle