Утримування στα ελληνικά
Μετάφραση: утримування, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντήρηση, κράτηση, διατήρηση, κατακράτησης, διατήρησης, κατακράτηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вимогливий στα ελληνικά - δύσκολος, απαιτητικός, απαιτητικές, απαιτητικό, αυστηρές, απαιτητικά
- витрати στα ελληνικά - εκδηλωτικός, κοινωνικός, έξοδα, εξωστρεφής, δικαστικά έξοδα, κόστος, κόστους, ...
- грузити στα ελληνικά - επιβιβάζω, επιβιβάζομαι, hruzyty
- копито στα ελληνικά - οπλή, οπλών, βάση τις χηλές, με βάση τις χηλές, οπλής
Τυχαίες λέξεις
Утримування στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντήρηση, κράτηση, διατήρηση, κατακράτησης, διατήρησης, κατακράτηση
Μεταφράσεις: συντήρηση, κράτηση, διατήρηση, κατακράτησης, διατήρησης, κατακράτηση