Уярмити στα ελληνικά

Μετάφραση: уярмити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκλαβώνω, υποδουλώνω, uyarmyty
Уярмити στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бітум στα ελληνικά - άσφαλτος, πίσσα, ασφάλτου, άσφαλτο, βιτουμένιο
  • глазурований στα ελληνικά - τζάμια, τζάμι, εφυαλωμένα, τζάμια στα, παράθυρα
  • збірку στα ελληνικά - χωνεύω, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
  • кніксен στα ελληνικά - αναπηδώ, kniksen
Τυχαίες λέξεις
Уярмити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκλαβώνω, υποδουλώνω, uyarmyty