Хрещеник στα ελληνικά
Μετάφραση: хрещеник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαφτιστικός, βαφτιστικού, Godson, βαφτιστικός της, βαφτισιμιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бенкет στα ελληνικά - συμπόσιο, ευωχούμαι, πανδαισία, πανηγύρι, γιορτή, γιορτής, γλέντι, ...
- використайте στα ελληνικά - χρήση, χρήσης, τη χρήση, χρησιμοποίηση, η χρήση
- журналісти στα ελληνικά - πίεση, δημοσιογράφους, δημοσιογράφων, δημοσιογράφοι, οι δημοσιογράφοι, τους δημοσιογράφους
- зіркоподібний στα ελληνικά - έναστρος, αστέρι, αστέρων, Κατηγορία, αστέρων ξενοδοχείο
Τυχαίες λέξεις
Хрещеник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαφτιστικός, βαφτιστικού, Godson, βαφτιστικός της, βαφτισιμιών
Μεταφράσεις: βαφτιστικός, βαφτιστικού, Godson, βαφτιστικός της, βαφτισιμιών