Хрюкати στα ελληνικά

Μετάφραση: хрюкати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρυλλίζω, μουρμουρίζω, γρυλλισμός, βουτυρόψαρο, γρύλισμα, grunt
Хрюкати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гуска στα ελληνικά - χήνα, χήνας, χήνες, της χήνας, χηνών
  • зарубіжний στα ελληνικά - εξωτερικός, ξένος, αλλοδαπός, ξένων, ξένες, ξένο
  • зменшити στα ελληνικά - μειώνομαι, μικραίνω, συρρικνώνομαι, μείωση, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, ...
  • математичний στα ελληνικά - μαθηματικός, μαθηματική, μαθηματικών, μαθηματικές, μαθηματικό
Τυχαίες λέξεις
Хрюкати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρυλλίζω, μουρμουρίζω, γρυλλισμός, βουτυρόψαρο, γρύλισμα, grunt