Час στα ελληνικά

Μετάφραση: час, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρόνος, ώρα, καιρός, φορά, χρόνο, χρόνου
Час στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • багатоскладовий στα ελληνικά - πολυσύλλαβος, πολυσύλλαβες
  • блокування στα ελληνικά - ασφάλισης, κλείδωμα, κλειδώματος, μανδαλώσεως, ασφαλίσεως
  • воложити στα ελληνικά - υγραίνω, υγροποιήσουν, υγροποιήσει, υγροποιείται, υγραίνει
  • менестрелі στα ελληνικά - νομισματοκοπείο, μέντα, τροβαδούρους, τροβαδούρων, τροβαδούροι, οι τροβαδούροι, μενεστρέλοι
Τυχαίες λέξεις
Час στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρόνος, ώρα, καιρός, φορά, χρόνο, χρόνου