Частий στα ελληνικά

Μετάφραση: частий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συχνός, συχνάζω, συχνές, συχνή, συχνά, συχνών
Частий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дзвоне στα ελληνικά - κουδούνι, Καμπάνες, Bells, Κουδούνια, κουδουνιών, κουδουνάκια
  • загальмувати στα ελληνικά - τροχοπεδώ, φρένο, φρενάρω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, διάλειμμα, ...
  • каламуть στα ελληνικά - λάσπη, βλέννες, slime, γλοιού, γλίντζα
  • літання στα ελληνικά - ιπτάμενος, φέρουν, που φέρουν, πετούν, που πετούν, εταιρείες που πετούν
Τυχαίες λέξεις
Частий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συχνός, συχνάζω, συχνές, συχνή, συχνά, συχνών