Через στα ελληνικά

Μετάφραση: через, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελείωσε, για, διαμέσου, πάνω, απέναντι, μέσω, μέσω της, μέσω του, με, μέσα
Через στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • брова στα ελληνικά - φρύδι, φρυδιών, των φρυδιών, φρύδια, τα Φρύδια
  • білет στα ελληνικά - εισιτήριο, κάρτα, εισιτηρίων, εισιτηρίου, με εισιτήρια για, με εισιτήρια
  • злидар στα ελληνικά - επαίτης, ζητιάνος, ζητιάνο, ζητιάνου, επαίτη
  • лінгвістично στα ελληνικά - γλωσσολογία, γλωσσικά, γλωσσολογικά, γλωσσική, γλωσσική άποψη, γλωσσικής
Τυχαίες λέξεις
Через στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελείωσε, για, διαμέσου, πάνω, απέναντι, μέσω, μέσω της, μέσω του, με, μέσα