Черепичний στα ελληνικά
Μετάφραση: черепичний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεραμίδι, πλακάκι, πλακιδίων, κεραμιδιών, πλακίδιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вирушати στα ελληνικά - μπότα, σκαθάρι, αρχή, ξεκίνημα, αρχίζω, ξεκινώ, άδεια, ...
- відмовляти στα ελληνικά - πονηριά, μοχθηρία, χαιρεκακία, απορρίμματα, αρνούνται, αρνηθεί, αρνηθούν, ...
- гінеколог στα ελληνικά - γυναικολόγος, γυναικολόγο, γυναικολόγου, το γυναικολόγο, ο γυναικολόγος
- кучерявий στα ελληνικά - σγουρός, κατσαρός, σγουρά, τα σγουρά, σγουρή, σγουρό
Τυχαίες λέξεις
Черепичний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεραμίδι, πλακάκι, πλακιδίων, κεραμιδιών, πλακίδιο
Μεταφράσεις: κεραμίδι, πλακάκι, πλακιδίων, κεραμιδιών, πλακίδιο