Шкутильгати στα ελληνικά
Μετάφραση: шкутильгати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωλαίνω, ταλαντεύομαι, τρεκλίζω, κουπί, κουτσαίνω, χαλαρός, limp, λειτουργίας σε έκτακτες περιπτώσεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вижимання στα ελληνικά - έκφραση, press-, πρέσσα, με πίεση, Τύπο
- гірше στα ελληνικά - χειροτερεύω, χειρότερος, χειρότερα, χειρότερη, χειρότερο, χειρότερες
- дурисвіт στα ελληνικά - βλάκας, κοροϊδεύω, τραπεζίτης, πεύκο, χαζός, απατεώνας, cheater, ...
- кульці στα ελληνικά - μπάλα, σφαίρα, πάσα, αντίπαλων, μπάλας
Τυχαίες λέξεις
Шкутильгати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωλαίνω, ταλαντεύομαι, τρεκλίζω, κουπί, κουτσαίνω, χαλαρός, limp, λειτουργίας σε έκτακτες περιπτώσεις
Μεταφράσεις: χωλαίνω, ταλαντεύομαι, τρεκλίζω, κουπί, κουτσαίνω, χαλαρός, limp, λειτουργίας σε έκτακτες περιπτώσεις