Ταλαντεύομαι στα ουκρανικά

Μετάφραση: ταλαντεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
трястися, гойдання, колисатися, коливайтеся, шкутильгати, колисати, хитніться, валандатися, коливатися, гойдалки, гойдалка, качелі, гойдалку, качели
Ταλαντεύομαι στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταλαντεύομαι

ταλαντεύομαι συνώνυμα, ταλαντεύομαι συνώνυμο, ταλαντεύομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ταλαντεύομαι στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ταλαιπωρώ στα ουκρανικά - засмутіть, дискомфорт, дискомфорту
  • ταλαντευόμενος στα ουκρανικά - хиткий, хисткий, хибкий
  • ταλαντούχος στα ουκρανικά - талановитий, обдарований, талановита, найталановитіший
  • ταλαντώνομαι στα ουκρανικά - хитати, гойдати, коливатись, вагатися, вібрувати, коливається, вагається, ...
Τυχαίες λέξεις
Ταλαντεύομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: трястися, гойдання, колисатися, коливайтеся, шкутильгати, колисати, хитніться, валандатися, коливатися, гойдалки, гойдалка, качелі, гойдалку, качели