Шляхом στα ελληνικά
Μετάφραση: шляхом, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
από, διαμέσου, με, κατά, από την, του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- астрофізика στα ελληνικά - αστροφυσική, Αστροφυσικής, την αστροφυσική, της αστροφυσικής, η αστροφυσική
- вивчаючий στα ελληνικά - φοιτητής, φοιτήτρια, μάθηση, μάθησης, εκμάθησης, εκμάθηση, εκπαίδευσης
- затріть στα ελληνικά - καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
- мережу στα ελληνικά - δίκτυο, ιστός, δικτύου, του δικτύου, δικτύων, το δίκτυο
Τυχαίες λέξεις
Шляхом στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: από, διαμέσου, με, κατά, από την, του
Μεταφράσεις: από, διαμέσου, με, κατά, από την, του