Шпуряти στα ελληνικά

Μετάφραση: шпуряти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πετώ, ρίχνω, εκσφενδονίζω, πετώντας, ρίψη, Άραβες υιοθέτησαν το παιχνίδι, Άραβες υιοθέτησαν, Άραβες υιοθέτησαν το
Шпуряти στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • егіда στα ελληνικά - αιγίδα, την αιγίδα
  • згідливий στα ελληνικά - εύκαμπτος, φιλήσυχος, ειρηνική, ειρηνικό, ειρηνικές, ειρηνικοί
  • здуття στα ελληνικά - πληθωριστικός, φλεγμονή, πρήξιμο, διογκώνοντας, διόγκωση, εξογκώματος, διόγκωσης, ...
  • квиток στα ελληνικά - εισιτήριο, εισιτηρίων, εισιτηρίου, με εισιτήρια για, με εισιτήρια
Τυχαίες λέξεις
Шпуряти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πετώ, ρίχνω, εκσφενδονίζω, πετώντας, ρίψη, Άραβες υιοθέτησαν το παιχνίδι, Άραβες υιοθέτησαν, Άραβες υιοθέτησαν το