Штучний στα ελληνικά
Μετάφραση: штучний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνθετικός, τεχνητός, τεχνητή, τεχνητό, τεχνητά, τεχνητών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бізнесмен στα ελληνικά - επιχειρηματίας, επιχειρηματία, επιχειρηματίας που, επιχειρηματία που
- дядько στα ελληνικά - θείος, θείο, ο θείος, θείου, το θείο
- засуджений στα ελληνικά - κατάδικος, κολασμένος, καταδικάζω, καταδίκασε, καταδίκασαν, καταδικάστηκε, καταδικαστεί, ...
- звичайно στα ελληνικά - τελείως, συνήθως, βεβαίως, κοινώς, απολύτως, ασφαλώς, φυσικά, ...
Τυχαίες λέξεις
Штучний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνθετικός, τεχνητός, τεχνητή, τεχνητό, τεχνητά, τεχνητών
Μεταφράσεις: συνθετικός, τεχνητός, τεχνητή, τεχνητό, τεχνητά, τεχνητών