Щілина στα ελληνικά
Μετάφραση: щілина, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οπή, χάσμα, σχισμή, κενό, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Μεταφράσεις
- блокування στα ελληνικά - ασφάλισης, κλείδωμα, κλειδώματος, μανδαλώσεως, ασφαλίσεως
- дезинтеграця στα ελληνικά - αναστάτωση, dezyntehratsya
- зривши στα ελληνικά - έκρηξη, αγωνία, ανεμοθύελλα, zryvshy
- зіпсований στα ελληνικά - άτακτος, κακομαθημένος, χαλασμένος, χαλασμένο, χάλασε, κακομαθημένο
Τυχαίες λέξεις
Щілина στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οπή, χάσμα, σχισμή, κενό, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Μεταφράσεις: οπή, χάσμα, σχισμή, κενό, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack