Οπή στα ουκρανικά

Μετάφραση: οπή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шпара, щілину, щілина, отвір
Οπή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οπή

διαμπερής οπή, οπή αμφιβληστροειδούς, λευκή οπή, οπή ετυμολογία, οπή της ωχράς, οπή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, οπή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • οξύς στα ουκρανικά - кислотний, сильний, кислота, високий, дужий, гостре, гостра, ...
  • οξύτητα στα ουκρανικά - позбавлення, жорсткість, труднощі, терпкість, труднощах, трудності, різкість, ...
  • οπαδοί στα ουκρανικά - наступний, нижченаведений, слідування, попутний, послідовники, послідовників
  • οπαδός στα ουκρανικά - підтяжка, прихильник, вентилятор, святенниця, обмахуватися, обмахувати, людина, ...
Τυχαίες λέξεις
Οπή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шпара, щілину, щілина, отвір