Ізюм στα ελληνικά
Μετάφραση: ізюм, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανύψωση, φτέρωμα, σταφίδες, σταφίδα, σταφίδας, τις σταφίδες, σταφίδων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ад'ютант στα ελληνικά - υπασπιστής, βοηθός, βοηθό, aide, βοηθός του, συνεργάτης
- відчужувати στα ελληνικά - αλλοτριώνω, αποξενώνω, αποξενώσει, αποξενώνουν, αποξενώσουν, αποξενώνει, αποξενώνουν τους
- громада στα ελληνικά - κοινόβιο, κοινότητα, Κοινότητας, κοινοτικό, της Κοινότητας, κοινωνία
- етичний στα ελληνικά - ηθικός, ηθικές, ηθικά, δεοντολογικές, ηθικών
Τυχαίες λέξεις
Ізюм στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανύψωση, φτέρωμα, σταφίδες, σταφίδα, σταφίδας, τις σταφίδες, σταφίδων
Μεταφράσεις: ανύψωση, φτέρωμα, σταφίδες, σταφίδα, σταφίδας, τις σταφίδες, σταφίδων