Łkać στα ελληνικά
Μετάφραση: łkać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυγμός, αναφιλητό, sob, λυγμό, λυγμούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- całokształt στα ελληνικά - συναρμολόγηση, άρτιος, σύναξη, ακέραιος, συσσωμάτωμα, ολόκληρος, ολότητα, ...
- ekstremalny στα ελληνικά - ακραίος, φοβερός, άκρο, ακραίες, ακραία, ακραίων
- graniasty στα ελληνικά - γωνιώδης, γωνιακή, γωνιακής, γωνιακό, γωνιακές
- irygacyjny στα ελληνικά - άρδευση, άρδευσης, αρδευτικών, την άρδευση, αρδευτικά
Τυχαίες λέξεις
Łkać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυγμός, αναφιλητό, sob, λυγμό, λυγμούς
Μεταφράσεις: λυγμός, αναφιλητό, sob, λυγμό, λυγμούς