Łupać στα ελληνικά

Μετάφραση: łupać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κέλυφος, σπάζω, τσιπ, μοιράζω, ρωγμή, ατέλεια, σχίζω, ψεγάδι, μοίρα, ράγισμα, διχοτομία, ραγίζω, έλυτρο, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη
Łupać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • empora στα ελληνικά - πινακοθήκη, θεωρείο, Empora, το Empora, Empora Μη
  • handlowanie στα ελληνικά - εμπορία, διαπραγμάτευση, συναλλαγών, εμπορίας, διαπραγμάτευσης
  • instruktor στα ελληνικά - δάσκαλος, προπονητής, εκπαιδευτής, εκπαιδευτή, εκπαιδευτικός, διδάσκοντος
Τυχαίες λέξεις
Łupać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κέλυφος, σπάζω, τσιπ, μοιράζω, ρωγμή, ατέλεια, σχίζω, ψεγάδι, μοίρα, ράγισμα, διχοτομία, ραγίζω, έλυτρο, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη