Ściśliwy στα ελληνικά
Μετάφραση: ściśliwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδόπιστος, συμπιεστός, συμπιέσιμο, συμπιεστό, συμπιεστού, συμπιέσιμη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dostawa στα ελληνικά - προμήθεια, παροχή, χορήγηση, παρέχω, παράδοση, παραλαβή, διανομή, ...
- fajka στα ελληνικά - τσιγάρο, αυλός, σωλήνας, πίπα, αδελφή, σωλήνα, σωλήνων, ...
- frazowy στα ελληνικά - η φράση, η έκφραση, τη φράση, η φράσις, οι λέξεις
- hiperinflacja στα ελληνικά - Ο υπερπληθωρισμός, υπερπληθωρισμός, Υπερδιάταση, υπερπληθωρισμός που, Ο υπερπληθωρισμός που
Τυχαίες λέξεις
Ściśliwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδόπιστος, συμπιεστός, συμπιέσιμο, συμπιεστό, συμπιεστού, συμπιέσιμη
Μεταφράσεις: παραδόπιστος, συμπιεστός, συμπιέσιμο, συμπιεστό, συμπιεστού, συμπιέσιμη