Ścinać στα ελληνικά

Μετάφραση: ścinać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοπάζω, κόψιμο, κόβω, έπεσα, πήζω, μειώνω, κοπή, τομή, περικοπή, κομμένα, κοπής
Ścinać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • achromatyczny στα ελληνικά - αχρώματος, αχρωστικός, αχρωματικος, achromatic, αχρωματικούς
  • dryndziarz στα ελληνικά - ταξιτζής, αμαξάς, cabby, ταξιτζή, σωφέρ
  • dżet στα ελληνικά - αεριωθούμενο, πετώ, πίδακας, jet, τζετ, πίδακα
Τυχαίες λέξεις
Ścinać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοπάζω, κόψιμο, κόβω, έπεσα, πήζω, μειώνω, κοπή, τομή, περικοπή, κομμένα, κοπής