Śmiało στα ελληνικά

Μετάφραση: śmiało, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρίς, άνευ, θαρραλέα, γενναία, εύκολα, τολμηρά, τόλμη, με τόλμη, θάρρος
Śmiało στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cymbałki στα ελληνικά - κύμβαλα, κυμβάλων, πιατίνια, cymbals, τα κύμβαλα
  • cynowany στα ελληνικά - κονσέρβες, κονσερβοποιημένα, κονσέρβα, τις κονσέρβες, κονσερβών
  • dzieciniec στα ελληνικά - νηπιαγωγείο, νηπιαγωγείου, παιδικό σταθμό, το νηπιαγωγείο, νηπιαγωγεία
  • graniasty στα ελληνικά - γωνιώδης, γωνιακή, γωνιακής, γωνιακό, γωνιακές
Τυχαίες λέξεις
Śmiało στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρίς, άνευ, θαρραλέα, γενναία, εύκολα, τολμηρά, τόλμη, με τόλμη, θάρρος