Środek στα ελληνικά
Μετάφραση: środek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάβημα, όργανο, τσιγκούνης, αποκαθιστώ, επανορθώνω, μέτρο, εννοώ, πόροι, εργαλείο, μεσαίος, μέση, σημαίνω, κέντρο, παραδόπιστος, βήμα, υλοποιώ, κέντρο της, κέντρου, το κέντρο, κέντρο του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- demoralizować στα ελληνικά - αποθαρρύνω, εξαχρειώνω, σπάω το ηθικό, διαφθείρω, κάμψει το ηθικό
- emitent στα ελληνικά - εκδότη, εκδότης, του εκδότη, τον εκδότη
- encyklika στα ελληνικά - εγκύκλιο, την εγκύκλιο, εγκύκλιό, εγκύκλιο του, εγκύκλιες
- flądra στα ελληνικά - πέλμα, παραπαίω, γλώσσα, παραδέρνω, πλευρονήκτης, χωματίδα, καλκάνι, ...
Τυχαίες λέξεις
Środek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάβημα, όργανο, τσιγκούνης, αποκαθιστώ, επανορθώνω, μέτρο, εννοώ, πόροι, εργαλείο, μεσαίος, μέση, σημαίνω, κέντρο, παραδόπιστος, βήμα, υλοποιώ, κέντρο της, κέντρου, το κέντρο, κέντρο του
Μεταφράσεις: διάβημα, όργανο, τσιγκούνης, αποκαθιστώ, επανορθώνω, μέτρο, εννοώ, πόροι, εργαλείο, μεσαίος, μέση, σημαίνω, κέντρο, παραδόπιστος, βήμα, υλοποιώ, κέντρο της, κέντρου, το κέντρο, κέντρο του