Abonent στα ελληνικά

Μετάφραση: abonent, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδρομητής, συνδρομητή, συνδρομητών, συνδρομητού, του συνδρομητή
Abonent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abominacja στα ελληνικά - σίχαμα, απέχθεια, αποστροφή, βδέλυγμα, βδελυγμα, το βδέλυγμα, βδελυγμία
  • abonament στα ελληνικά - αγοράζω, συνδρομή, εγγραφή, εγγραφής, συνδρομής, την εγγραφή
  • abonować στα ελληνικά - προσφέρω, εγγραφείτε, να εγγραφείτε, συνδρομητής, εγγραφούν, γραφτείτε
  • aborcja στα ελληνικά - άμβλωση, έκτρωση, αποβολή, την άμβλωση, η άμβλωση
Τυχαίες λέξεις
Abonent στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδρομητής, συνδρομητή, συνδρομητών, συνδρομητού, του συνδρομητή