Apel στα ελληνικά

Μετάφραση: apel, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκεντρώνομαι, τηλεφωνώ, συγκεντρώνω, κλήση, έφεση, τραβώ, έκκληση, υπεράσπιση, προσφυγής, αναιρέσεως, προσφυγή
Apel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apatyczny στα ελληνικά - μουδιασμένος, ναρκωμένος, απαθής, χαύνος, αδιάφορος, χαλαρός, νωθρή, ...
  • apatyt στα ελληνικά - απατίτης, απατίτη, επικάλυψη απατίτη, με επικάλυψη απατίτη, απατίτου
  • apelacyjny στα ελληνικά - εφετικός, δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού, δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό, δευτεροβάθμιο, του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού
  • apelant στα ελληνικά - appealer
Τυχαίες λέξεις
Apel στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκεντρώνομαι, τηλεφωνώ, συγκεντρώνω, κλήση, έφεση, τραβώ, έκκληση, υπεράσπιση, προσφυγής, αναιρέσεως, προσφυγή