Atrybut στα ελληνικά

Μετάφραση: atrybut, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιότητα, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
Atrybut στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atropina στα ελληνικά - ατροπίνη, ατροπίνης, η ατροπίνη, την ατροπίνη
  • atrybucja στα ελληνικά - κατανομή, απόδοση, απόδοσης, ανάθεση, καταλογισμό
  • atrybutywny στα ελληνικά - προσδιοριστικό, προσδιοριστικός
  • attyka στα ελληνικά - σοφίτα, πατάρι, σοφίτας, αττικό, στη σοφίτα
Τυχαίες λέξεις
Atrybut στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιότητα, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα