Awizować στα ελληνικά

Μετάφραση: awizować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειδοποιώ, γνωστοποιώ, συμβουλεύω, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, συμβουλεύουμε
Awizować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • awizacja στα ελληνικά - κοινοποίηση, ειδοποίηση, γνωστοποίηση, κοινοποίησης, την κοινοποίηση
  • awizo στα ελληνικά - συμβουλή, πίνακας, παρατηρώ, συμβουλές, συμβουλών, παροχή συμβουλών, τις συμβουλές
  • awokado στα ελληνικά - αβοκάντο, το αβοκάντο, του αβοκάντο, avocado
  • azalia στα ελληνικά - αζάλεα, αζαλέα, azalea, αζαλέας, είδος ροδόδενδρου
Τυχαίες λέξεις
Awizować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειδοποιώ, γνωστοποιώ, συμβουλεύω, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, συμβουλεύουμε