Bezmięsny στα ελληνικά
Μετάφραση: bezmięsny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χορτοφάγος, νηστίσιμα, meatless, χωρίς κρέας, χορτοφαγικής, χωρίς καθόλου κρέας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezmierność στα ελληνικά - άπειρο, υπερχείλισης, το άπειρο, τύπου infinity, απείρου
- bezmierny στα ελληνικά - άπειρος, τεράστιος, απεριόριστος, απέραντος, απεριόριστη, απέραντη, απέραντο
- bezmyślnie στα ελληνικά - απερίσκεπτος, απερίσκεπτα, αλόγιστα, άκριτα, επιπόλαια, αστόχαστα
- bezmyślność στα ελληνικά - κενό, απερισκεψία, επιπολαιότητα, απερισκεψίας, η επιπολαιότητα, την απερισκεψία
Τυχαίες λέξεις
Bezmięsny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χορτοφάγος, νηστίσιμα, meatless, χωρίς κρέας, χορτοφαγικής, χωρίς καθόλου κρέας
Μεταφράσεις: χορτοφάγος, νηστίσιμα, meatless, χωρίς κρέας, χορτοφαγικής, χωρίς καθόλου κρέας