Bezzwłoczny στα ελληνικά

Μετάφραση: bezzwłoczny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποκινώ, γοργός, ωθώ, γρήγορος, άμεσος, άμεση, άμεσο, άμεσης, άμεσα
Bezzwłoczny στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezzwłocznie στα ελληνικά - αμέσως, άμεσα, άμεση, πάραυτα
  • bezzwłoczność στα ελληνικά - φόρα, τρέχω, επισπεύδω, ταχύτητα, προθυμία, έγκαιρη, Η έγκαιρη, ...
  • bezzębny στα ελληνικά - φαφούτης, χωρίς δόντια, μη οδοντωτές, μη οδοντωτών, οι μη οδοντωτές
  • bezład στα ελληνικά - κυκεώνας, σύγχυση, διαταραχή, ακαταστασία, αταξία, πάθηση, παραζάλη, ...
Τυχαίες λέξεις
Bezzwłoczny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποκινώ, γοργός, ωθώ, γρήγορος, άμεσος, άμεση, άμεσο, άμεσης, άμεσα