Bunt στα ελληνικά

Μετάφραση: bunt, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όργιο, ταραχή, πληθώρα, επανάσταση, εξέγερση, ανταρσία, εξέγερσης, επανάστασης
Bunt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bunkrowanie στα ελληνικά - ανεφοδιασμού καυσίμων, ανεφοδιασμού, ανεφοδιασμός σε καύσιμα, ανεφοδιασμού σε καύσιμα, ανεφοδιασού καυσίων
  • bunkrować στα ελληνικά - άνθρακας, κάρβουνα, ανθρακαποθήκη, καυσίμων, αποθήκη, καταφύγιο, στη δεξαμενή
  • buntować στα ελληνικά - πληθώρα, επαναστατώ, επαναστάτης, ταραχή, όργιο, εξέγερση, επανάσταση, ...
  • buntowniczo στα ελληνικά - επαναστατικά
Τυχαίες λέξεις
Bunt στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όργιο, ταραχή, πληθώρα, επανάσταση, εξέγερση, ανταρσία, εξέγερσης, επανάστασης