Bzykać στα ελληνικά

Μετάφραση: bzykać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βουίζω, σφυρίζω, whiz, θαύμα, σύριγμα, μάγος
Bzykać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bzowy στα ελληνικά - γέροντας, πρεσβύτερος, Γέροντα, Elder, των ηλικιωμένων
  • bzyczeć στα ελληνικά - βουίζω, βόμβος, Buzz, βόμβο, το Buzz, Μπαζ
  • bóbr στα ελληνικά - κάστορας, Beaver, κάστορα, καστόρι, ο κάστορας
  • bóg στα ελληνικά - θεός, θεό, θεού, ο Θεός, του Θεού
Τυχαίες λέξεις
Bzykać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βουίζω, σφυρίζω, whiz, θαύμα, σύριγμα, μάγος