Απτόητος στα αγγλικά
Μετάφραση: απτόητος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
steadfast, undaunted, undeterred, undismayed, dauntless, intrepid
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: απτόητος
unawed
- απτόητος
- ατρόμητος
- ατρόμητος
- απτόητος
- απτόητος
- ατρόμητος
- άφοβος
- απτόητος
- ακράτητος
- απτόητος
Σχετικές λέξεις: απτόητος
απτόητος ετυμολογία, απτόητος λεξικό γλώσσας αγγλικά, απτόητος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- απρόσιτος στα αγγλικά - inaccessible, unreachable, ungetatable, uncometable, unaccessible
- απρόσωπος στα αγγλικά - impersonal, faceless
- απτός στα αγγλικά - tangible, tactile, touchable, palpable
- απωθητικός στα αγγλικά - repulsive, unlovable, off putting, repellent, repelling
Τυχαίες λέξεις
Απτόητος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: steadfast, undaunted, undeterred, undismayed, dauntless, intrepid
Μεταφράσεις: steadfast, undaunted, undeterred, undismayed, dauntless, intrepid