Całkiem στα ελληνικά
Μετάφραση: całkiem, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όλες, απότομος, απόκρημνος, όλος, εντελώς, αρκετά, καθαρός, όλα, πολύ, απολύτως, είναι αρκετά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- casting στα ελληνικά - χύσιμο, χύτευσης, χύτευση, χυτεύσεως, τη χύτευση
- całka στα ελληνικά - ακέραιος, ολοκλήρωμα, αναπόσπαστο, ενιαίο, ενσωματωμένη, ενσωματωμένο
- całkowanie στα ελληνικά - ολοκλήρωση, ολοκλήρωσης, ενσωμάτωση, ένταξη, ένταξης
- całkować στα ελληνικά - ενσωμάτωση, ενσωματώσει, ενσωματώσουν, ενσωματώνουν, ενσωματωθούν
Τυχαίες λέξεις
Całkiem στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όλες, απότομος, απόκρημνος, όλος, εντελώς, αρκετά, καθαρός, όλα, πολύ, απολύτως, είναι αρκετά
Μεταφράσεις: όλες, απότομος, απόκρημνος, όλος, εντελώς, αρκετά, καθαρός, όλα, πολύ, απολύτως, είναι αρκετά